loading bridge

Η.Π.Α. 
Η.Β. 
  • n.舷梯
  • Web装载桥;候机室至飞机的连接通路;载重桥
n.
1.
舷梯
un.
1.
装料桥式起重机
2.
装载桥
3.
大跨度龙门吊
4.
装卸桥
1.
装料桥式起重机
2.
装载桥
3.
大跨度龙门吊
4.
装卸桥

Ενδεικτική πρόταση

Ορισμός:
Κατηγορία:ΌλεςΌλες,ΠροφορικήΠροφορική,ΓραπτήΓραπτή,ΤίτλοςΤίτλος,ΤεχνικήΤεχνική
Προέλευση:ΌλεςΌλες,ΛεξικόΛεξικό,WebWeb
Δυσκολία:ΌλεςΌλες,ΕύκολοΕύκολο,ΜέτριοΜέτριο,ΔύσκολοΔύσκολο